Σχόλια: 
Δεν άφησε πολλές θεματικές του γοτθικού τρόμου ανεξερεύνητες η Hammer Films κατά τη διάρκεια της παντοκρατορίας της τις δεκαετίες του 50 και 60 όπου επί της ουσίας έθεσε τις βάσεις στο είδος με κλασικές και ιστορικές ταινίες. Αρκετές από αυτές είχαν σαν θέμα τους βρικόλακες, με το franchise του Δράκουλα του Christopher Lee μεταξύ αρκετών άλλων να έρχεται αβίαστα στο νου. Τα προβλήματα άρχισαν για την Βρετανική εταιρία τη δεκαετία του 70, όταν το ύφος του παγκόσμιου σινεμά τρόμου άλλαξε άρδην εισάγοντας περισσότερο ρεαλισμό, σεξ και βία στις ταινίες τρόμου, κάτι που αυτομάτως έκανε τα παραδοσιακά τέρατα και τον γοτθικό τρόμο να έρχονται δεύτερα στις προτιμήσεις του κοινού.
Όμως ακόμα και με αργά αντανακλαστικά συγκριτικά με τον υπόλοιπο κόσμο, η θρυλική εταιρία κυκλοφόρησε αρκετά διαμάντια τη δεκαετία του 70, με ένα από αυτά να είναι σίγουρα το υπό σχολιασμό CAPTAIN KRONOS: VAMPIRE HUNTER, μια από τις πιο ξεχωριστές ταινίες που βγήκαν ποτέ με το χιλιοειδωμένο θέμα των βρικολάκων, που ανανέωσε σε ένα βαθμό το είδος και κέρδισε επάξια τον τίτλο μιας πρωτοποριακής παραγωγής για τη Hammer. Όμως οι εισπράξεις πάτωσαν και η ταινία έμεινε στην ιστορία σαν μια από τις πρώτες αποτυχημένες εισπρακτικά παραγωγές της εταιρίας που παρέσυρε και όλες τις μεταγενέστερες μέχρι το αναπόφευκτο τέλος, κάνοντας το κοινό να την ξεχάσει άδικα μέχρι τις κυκλοφορίες σε πολυτελείς εκδόσεις DVD τον 21ο αιώνα.
Η ταινία θεματολογικά επανέρχεται σε περασμένους αιώνες, σε αντίθεση με τις περισσότερες παραγωγές της Hammer που δειλά- δειλά είχαν αρχίσει να μεταφέρουν τα σενάρια στην σύγχρονη εποχή. Ασχολείται με τον Captain Kronos (Horst Janson), έναν μοναχικό πρώην στρατιωτικό και δεινό ξιφομάχο που πλέον είναι επίσημος Κυνηγός Βρικολάκων και ταξιδεύει στις επαρχίες της Βρετανίας μαζί με τον καμπούρη βοηθό του Grost (John Cater). Στην διαδρομή ελευθερώνει την όμορφη Carla (Caroline Munro) από την βίαιη τιμωρία που της υπέβαλλαν επειδή... χόρεψε την Κυριακή και η ευγνωμονούσα γυναίκα γίνεται η τρίτη της παράξενης παρέας κυνηγών βρικολάκων.
Η ομάδα καταφθάνει σε ένα χωριό όπου κατοικεί ο παλιόφιλος του Kronos, Δρ. Marcus (John Carson), ο οποίος τον κάλεσε για να ερευνήσει τις άγνωστες σκοτεινές δυνάμεις που δρουν στο χωριό και έχουν στοχεύσει τις νεαρές γυναίκες του. Τα έμπειρα μάτια του Kronos και του Grot αντιλαμβάνονται ότι κάποιο νέο είδος βρικόλακα ευθύνεται για τους θανάτους των κοριτσιών. Ο βρικόλακας μέσω του φιλιού του αφαιρεί τη νιότη από τις γυναίκες, σκοτώνοντάς τις από γρήγορη γήρανση. Ενώ οι φόνοι συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, η έρευνα της ομάδας συνεχίζεται με πολλούς υπόπτους, συμπεριλαμβανομένης τόσο της γερασμένης και άρρωστης λαίδης Durward (Wanda Ventham) και των δύο παιδιών της, του Paul (Shane Briant) και της Sara (Lois Daine), όσο και του ίδιου του Δρ. Marcus.
Αν τα ελάχιστα αργά σημεία που κάνουν την εμφάνισή τους μετά το εντυπωσιακό από κάθε άποψη πρώτο μισό αποφεύγονταν, τότε θα μιλούσα με σιγουριά για ταινία που άνετα μπαίνει στο Top-10 της Hammer. Ακόμα κι έτσι, το CAPTAIN KRONOS: VAMPIRE HUNTER ξεχωρίζει με άνεση από τις περισσότερες ταινίες της Hammer της δεκαετίας του 70 για πολλούς ακόμα λόγους εκτός των αλλαγών στον βαμπιρικό μύθο και μαζί με το επίσης αδικημένο VAMPIRE CIRCUS βάζει υποψηφιότητα για μια από τις καλύτερες βαμπιρικές παραγωγές της εταιρίας γενικότερα.
Ένας από αυτούς είναι η τρομερή χημεία μεταξύ των τριών πρωταγωνιστών. Ο μετρημένος και με χαμηλών τόνων ερμηνεία Horst Janson, που δεν ήταν η πρώτη επιλογή της παραγωγής για το ρόλο του Kronos, γίνεται η ιδανική επιλογή με τρομερή ερμηνεία παρόλο που η Γερμανική προφορά του ανάγκασε την παραγωγή να τον ντουμπλάρει με τη φωνή του Julian Holloway (SCREAM AND SCREAM AGAIN). Παρόμοια, ο John Cater στο ρόλο του Grost έχει κι αυτός μια παρόμοια κοντρολαρισμένη ερμηνεία, όσο φυσικά και η καλλίγραμμη Caroline Munro που με το βλέμμα της και μόνο εκπέμπει μια παιδική αφέλεια και αθωότητα που συνδυάζεται άψογα με τον έμφυτο ερωτισμό του χαρακτήρα της αλλά και της ίδιας.
Ένας άλλος λόγος της επιτυχίας είναι η πολύ καλή ανάλυση όλων των παικτών. Το σενάριο δίνει βάθος και ιστορικά στοιχεία για όλους του βασικούς χαρακτήρες, μια πρακτική που δεν ήταν καθόλου συνηθισμένη ιδίως στις ταινίες με βρικόλακες ούτε της εποχής ούτε της εταιρίας. Έτσι, το κοινό συνδέεται περισσότερο με τον χαρακτήρα του Kronos που δεν είναι μονοδιάστατος και έχει τραγικό παρελθόν ώστε να δικαιολογείται η τωρινή του μεταμόρφωση σε μια μηχανή που σκοτώνει και η αφιέρωση της ζωής του στο κυνήγι των σκοτεινών δυνάμεων. Αντίστοιχα ο χαρακτήρας του Grost αν και δεν εξετάζεται σε τόσο βάθος όπως του Kronos, είναι πολύ παραπάνω από μια απλή καρικατούρα, με προσωπικότητα και βάθος με τα οποία μπορούν να ταυτιστούν οι θεατές. Το ίδιο ισχύει σε γενικές γραμμές και για τους περισσότερους χαρακτήρες που εμφανίζονται στην ταινία, ακόμα και τους υποστηρικτικούς όπως τον Kerro που υποδύεται ο Ian Hendry.
Από εκεί και πέρα υπάρχει όμορφη και κατά διαστήματα επιβλητική ατμόσφαιρα που υποστηρίζεται από τον νηφάλιο και σταθερό τρόπο κινηματογράφησης όσο και την μίνιμαλ αλλά απόλυτα ταιριαστή μουσική. Δεν λείπουν και κάποιες καλοφτιαγμένες σκηνές gore και ειδκών εφέ, ιδίως προς το φινάλε που είναι μάλλον το ιδανικό κλείσιμο για την ταινία. Ενδιάμεσα, το μυστήριο που το σενάριο του έμπειρου Brian Clemens που εδώ σπάει και το ρόδι ως σκηνοθέτης φρόντισε να συντηρείται από την αρχή ως το τέλος κρατάει το ενδιαφέρον αμείωτο ενώ διάφορα happenings λαμβάνουν χώρο σε τακτά χρονικά διαστήματα εμπλουτίζοντας το θέαμα ώστε πάντα να υπάρχει κάτι καλό για να δει κανείς. Κι όμως, ο Clemens καινοτομεί και εδώ, αφήνοντας τους κακούς της ταινίας για τον περισσότερο χρόνο αόρατους, αλλά αυτό όχι μόνο δεν βλάπτει την δράση, αλλά προσθέτει κιόλας, αυξάνοντας την ατμόσφαιρα μυστηρίου και μεγαλώνοντας την υποβόσκουσα απειλή.
Ο προγραμματισμός της Hammer ήθελε το CAPTAIN KRONOS: VAMPIRE HUNTER να είναι η πρώτη μιας σειράς περιπετειών των τριών πρωταγωνιστών, αλλά δυστυχώς τα σχέδια εγκαταλείφθηκαν λόγω των φτωχών εισπράξεων και είναι κρίμα γιατί προσωπικά πολύ θα γούσταρα ένα franchise του Captain Kronos και της παρέας του, όπως φαντάζομαι και αρκετοί που ίσως διαβάζουν το συγκεκριμένο σχολιασμό. Πάντως οι περιπέτειες του ξανθομάλλη κυνηγού βρικολάκων συνεχίστηκαν έστω και σε εκδόσεις κόμικς, τελευταία των οποίων κυκλοφόρησε το 2017.
Στο τέλος της προβολής, η γλυκιά νοσταλγία δεν αργεί να έρθει ιδίως για τους fans των παλιότερων ταινιών της Hammer, όπως και γενικά στους φίλους της σκηνής του γοτθικού τρόμου και δη των ταινιών με βρικόλακες. Και κακά τα ψέματα, κανένα άλλο τέρας του σινεμά τρόμου δεν κατάφερε τόσες πολλές διαχρονικές ταινίες να βγαίνουν σχεδόν ασταμάτητα από την δεκαετία του 50 μέχρι σήμερα όσο οι βρικόλακες. Η βρικολακομανία που κατέκτησε το σινεμά τρόμου δεν επαναλήφθηκε ποτέ σε αυτό το βαθμό, ούτε με τα πιο ρεαλιστικά slasher του τέλους των 70s, ούτε με τα ζόμπι των 80s, ούτε με τα εξωγήινα τέρατα, γεγονός το οποίο προφανώς κάτι δείχνει για την ποιότητά τους και τον βαθμό αγάπης του κοινού της σκηνής για τα αιμοβόρα νυχτόβια πλάσματα.
|