Ένας άνδρας έχει φοβία και ψύχωση με το ενδεχόμενο να ταφεί ενώ είναι ακόμα ζωντανός, και η γυναίκα του προσπαθεί να τον κάνει να το ξεπεράσει.
Σχόλια:
Ακόμα μια από τις ιστορικές μεταφορές του Edgar Allan Poe από τον μεγάλο Roger Corman που διαφοροποιείται κυρίως λόγω της απουσίας του Vincent Price από τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο λόγος ήταν ότι η ταινία είχε αρχικά γυριστεί για την εταιρία Pathe, πράγμα που απέκλειε την συνεργασία με τον δεσμευμένο με συμβόλαιο από την American International Pictures, Vince. Στην πορεία, βέβαια, η AIP αγόρασε την παραγωγή από την Pathe μετά από αποφασιστική κίνηση του θρυλικού αρχηγού της, Zamuel Z. Arkoff, αλλά ήδη η παραγωγή είχε ξεκινήσει και έτσι ο Ray Milland παρέμεινε πρωταγωνιστής σε μια από τις λιγότερο σημαντικές παραγωγές του Roger Corman εκείνης της περιόδου.
Ο Milland υποδύεται τον Guy Carrell, έναν σκοτεινό τύπο που έχει χρόνια φοβία και ψύχωση με το ενδεχόμενο να θαφτεί ζωντανός. Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του, ο πατέρας του υπέφερε από καταληψία, μια ασθένεια που κατά τη διάρκεια κρίσεων ο ασθενής παρουσιάζει όλα τα συμπτώματα του θανάτου χωρίς όμως να έχει πεθάνει. Αυτό δεν το γνώριζαν οι συγγενείς που τον έθαψαν ζωντανό. Όμως ο Guy είναι αποφασισμένος να μην του συμβεί κάτι τέτοιο και φτιάχνει τον δικό του οικογενειακό τάφο γεμάτο παροχές ώστε κάποιος που πιθανότατα θα θαφτεί εκεί ζωντανός να μπορεί να την κοπανήσει χωρίς πολλά προβλήματα.
Δυστυχώς γι αυτόν, την ψύχωση του δε μοιράζεται και η σύζυγος του, Emily, που υποδύεται η τακτική στις μεταφορές του Poe, Hazel Court, που προσπαθεί να τον κάνει να ευχαριστηθεί λίγο τη ζωή μαζί της θέτοντας του το αρχαίο δίλημμα σε ανθρώπινες σχέσεις, «ή την κρύπτη ή εμένα».
Φυσιολογικά, ο Guy διαλέγει το κορίτσι και καταστρέφει την κρύπτη σε μια λαμπρή τελετή με παρόντες τον γιατρό πατέρα της Emily (Alan Napier) και τον οικογενειακό τους φίλο Miles Archer (Richard Ney) που κάποτε ήταν ερωτευμένος με την Emily. Ο τελευταίος θέλει να τελειώνει με την φοβία του Guy και του προτείνει να ανοίξουν τον τάφο του πατέρα του για να του αποδείξουν μια και καλή ότι οι φόβοι του δεν έχουν βάση, αλλά το θέαμα δεν είναι αυτό που περίμεναν κάτι που προκαλεί τον Guy να υποστεί καρδιακή προσβολή. Ή μήπως είναι τα πρώτα συμπτώματα καταληψίας που τόσο φοβόταν ο μονόχνοτος ευγενής;
Γενικά το “PREMATURE BURIAL” είναι από τις υποεκτιμημένες δουλειές του Corman από την περίοδο Edgar Allan Poe του και αυτό κυρίως της απουσίας του Vincent Price. Από την άλλη, έχει όλα σχεδόν εκείνα τα στοιχεία που συναντάμε σε όλες τις δουλειές του Αμερικανού παραγωγού και σκηνοθέτη και συγκεκριμένα την έντονη αδιαπέραστη γοτθική ατμόσφαιρα και την συνεχιζόμενη αίσθηση απειλής να πλανάται στον αέρα. Όμως το κύριο ενδιαφέρον στο “PREMATURE BURIAL” είναι το ψυχολογικό κομμάτι και συγκεκριμένα ο διαταραγμένος ψυχισμός του πρωταγωνιστή, κάτι που διαφοροποιεί θεματικά τη συγκεκριμένη ταινία από το παρόμοιο σε υπόθεση και ανώτερο από κάθε άποψη “PIT AND THE PENDULUM”.
Το ότι ο Vincent Price θα «είχε» το ρόλο του Guy πολύ πιο άνετα από τον Ray Milland είναι ξεκάθαρο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι ο τότε σούπερ- γκόμενος του παγκόσμιου σινεμά Milland δεν τα πάει καλά. Κάθε άλλο, μάλιστα. Με μια κοντρολαρισμένη ερμηνεία που αποφεύγει τους θεατρινισμούς καταφέρνει και μεταδίδει στο θεατή τις μεταπτώσεις στον ψυχισμό του όσο και τον φανατισμό και την ψύχωση του με το ενδεχόμενο να καταλήξει θαμμένος ζωντανός. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρόκειται για έναν πολύ σημαντικό χαρακτήρα για την εξέλιξη της ταινίας, που πιθανότατα να ήταν αρκετά πιο επιτυχημένος στα έμπειρα χέρια του Price.
Πάντως η αλήθεια είναι ότι το σενάριο του Charles Beaumont αφήνει αρκετές ανοιχτές τρύπες και θα μπορούσε να είναι καλύτερο, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα του “PREMATURE BURIAL”. Ότι μεταπηδάει από μια καθαρά ψυχολογική σκοπιά σε τυπικά μονοπάτια μυστηρίου και προς το φινάλε γίνεται ολίγον τι κοινότυπο και χωρίς λογική. Πριν από αυτό όμως υπάρχει άλλη μια επίδειξη της μοναδικής ικανότητας του Roger Corman και του μόνιμου καλλιτεχνικού διευθυντή του, Daniel Haller, να κάνουν τέτοιου τύπου παραγωγές των 200.000 δολαρίων να μοιάζουν πλούσιες και τεχνικά άρτιες με την ατμόσφαιρα σήμα- κατατεθέν να φτάνει σε επίπεδα που απολαύσαμε στα THE MASQUE OF THE RED DEATH και “THE HAUNTED PALACE”.
Εκτός από αυτό, υπάρχουν και κάποιες αληθινά ανατριχιαστικές και παραισθησιακές σκηνές, όπως η ονειρική σεκάνς του Milland δοσμένη με τα γνώριμα πολύχρωμα φίλτρα που είδαμε και στο “PIT AND THE PENDULUM”, και η τελική σκηνή που η όμορφη Hazel Court νιώθει τον τρόμο της ψύχωσης του άνδρα της. Σε αυτήν την κατεύθυνση, το όλο κλίμα είναι έντονα κλειστοφοβικό και σε ορισμένες στιγμές αποκαρδιωτικό και γενικά καλύπτει τις κακοτοπιές του σεναρίου που ιδίως προς το φινάλε είναι πολλές.
Σίγουρα δεν πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες μεταφορές Poe από τον Roger Corman, αλλά σε κάθε περίπτωση βλέπεται πολύ ευχάριστα ξανά και ξανά και είναι μια ακόμα άξια προσθήκη στον κατάλογο τεράστιων στιγμών της σκηνής του τρόμου εκείνης της περιόδου που οι fans θα εκτιμήσουν δεόντως.
DVD Notes:
Δεν υπάρχουν εκδόσεις σε DVD στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R1 Αμερική (MGM – Midnite Movies) – Μαζί με το THE MASQUE OF THE RED DEATH. R1 Αμερική (MGM) – Roger Corman Collection box set, μαζί με 7 ακόμα ταινίες του Roger Corman R2 Γερμανία (E.M.S.)
Και οι τρεις εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές και με αναμορφική widescreen μεταφορά. Η Γερμανική έχει λίγα περισσότερα μικρο- extras από τις Αμερικάνικες.