Τέσσερις μακάβριες ιστορίες από τον τοπικό νεκροθάφτη και τους πελάτες του.
Σχόλια:
Ξεχασμένη μέχρι την πρόσφατη HD κυκλοφορία της ανθολογία μυστηρίου και τρόμου, η μοναδική κινηματογραφική προσπάθεια μεγάλου μήκους της τηλεοπτικής σκηνοθέτιδας Sharron Miller. H αταίριαστη 70s μπαλάντα στους τίτλους αρχής δίνει τον τόνο για κάτι καλό στην τιμημένη παράδοση των Αμερικάνικων low budget παραγωγών της εποχής που συχνά πυκνά ξεκινούσαν με γλυκανάλατα τραγουδάκια και προετοίμαζαν τον θεατή για κάτι τελείως διαφορετικό από ότι τελικά ακολουθούσε. Η ταινία κυκλοφόρησε με απόφαση της εταιρίας διανομής με τον εντελώς παραπλανητικό τίτλο "Alien Zone", αλλά υποθέτω το κοινό δεν εκτίμησε ιδιαίτερα την παντελή έλλειψη τόσο εξωγήινων όσο και του στοιχείου επιστημονικής φαντασίας γενικότερα οπότε ο κάπως πιο εύστοχος τίτλος THE HOUSE OF THE DEAD προτιμήθηκε τελικά.
Μια ταινία που ξεκινάει ιδιαίτερα ατμοσφαιρικά στην παράδοση των πιο γνωστών ανθολογιών της Amicus που αναμφίβολα ήταν η ηγέτιδα εταιρία στο είδος τη δεκαετία του 70, με τις ΗΠΑ να καθυστερούν αρκετά να βγάλουν τις δικές τους που όμως απείχαν αρκετά σε ποιότητα από τα Βρετανικά ξαδελφάκια τους. Έτσι είναι και το THE HOUSE OF THE DEAD, μια τσακ- μπαμ παραγωγή που μετά βίας φτάνει τα 80 λεπτά σε διάρκεια και ξεκινάει με υποσχέσεις τις οποίες όμως δεν καταφέρνει να τηρήσει στην πορεία.
Ο ατακτούλης Talmudge (John Ericson) μετά το ραντεβουδάκι με το παράνομο αμόρε του του ξεμένει υπό καταρρακτώδη βροχή και βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι του τοπικού νεκροθάφτη (Ivor Francis), ο οποίος τον ξεναγεί στον χώρο όπου βρίσκονται οι 4 τελευταίοι "πελάτες" του και αρχίζει να του αφηγείται τις ιστορίες του πώς κατέληξαν εκεί. Στην πρώτη, η κακιασμένη με τα παιδιά κυρία Sibiler (Judith Novgrod) έχει απρόσκλητους και σκοτεινούς νυχτερινούς επισκέπτες, στη δεύτερη, ο Growski (Burr DeBenning) έχει χόμπι τους φόνους γυναικών και την κινηματογράφησή τους, στην τρίτη ο ντετέκτιβ Toliver (Charles Aidman), ένας μοντέρνος Σέρλοκ Χολμς, μάχεται για τον άτυπο τίτλο του Μεγαλύτερου Εγκληματολόγου στον Κόσμο με τον εξίσου ιδιοφυή επιθεωρητή McDowal (Bernard Fox) της Σκότλαντ Γιάρντ και στην τέταρτη ο άκαρδος εαυτούλης Cantwell (Richard Gates) παγιδεύεται σε ένα κτίριο και μάχεται για τη ζωή του εναντίον μυστηριωδών δυνάμεων.
Ένα από τα βασικά μειονεκτήματα της ταινίας που γίνεται αντιληπτό από τα πρώτα λεπτά είναι το αρκετά διαφορετικό ύφος από τη μία ιστορία στην άλλη. Η πρώτη και μάλλον πιο αδύναμη είναι μια κλασική και τυπική ιστορία τρόμου χωρίς κάτι το ιδιαίτερο, στην δεύτερη μπαίνουμε σε περιοχές καθαρού θρίλερ, στην τρίτη το μαύρο χιούμορ κυριαρχεί ενώ στην τέταρτη έχουμε μια μίξη δράματος, θρίλερ και υπερφυσικού τρόμου. Η επικαλυπτική είναι μια κλασική ιστορία τύπου TALES FROM THE CRYPT και THE VAULT OF HORROR, με κοινό σημείο όλων των ιστοριών την τιμωρία των πρωταγωνιστών για τις αμαρτίες τους.
Η ταινία έχει καλό ρυθμό λόγω και της μικρής της διάρκειας και δεν αφήνει τον θεατή να βαρεθεί, αλλά αυτό είναι ταυτόχρονα και ένα από τα βασικά της μειονεκτήματα. Ιδίως οι πρώτες δύο ιστορίες μοιάζουν περισσότερο σαν trailers μιας ολοκληρωμένης βερσιόν που δεν βγήκε ποτέ, ψιλοβιαστικές και χωρίς το βάθος που χρειάζεται για να κάνουν εντύπωση. Ναι μεν ιδίως η πρώτη έχει μερικές ωραίες σκοτεινές σκηνές αλλά μέχρι ο θεατής να αρχίσει να την εκτιμάει έχει τελειώσει, ενώ η δεύτερη είναι κάπως πιο ολοκληρωμένη αλλά και πάλι τελειώνει απότομα, λες και οι σεναριογράφοι δεν ήξεραν πώς αλλιώς να την εμπλουτίσουν.
Τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά στις μεγαλύτερες σε διάρκεια επόμενες δύο ιστορίες, με την τρίτη και μάλλον κορυφαία να έχει αρκετό χαβαλέ αν και δύσκολα οι πιο έμπειροι θεατές δεν θα προβλέψουν την εξέλιξή της από τα πρώτα λεπτά. Όμως είναι καλογραμμένη, με καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών και έξυπνο χιούμορ, ενώ η τέταρτη βρίσκεται κάπου στη μέση από πλευράς ποιότητας και σεναριακών ευρημάτων, χωρίς ιδιαίτερη λογική αλλά με ατμόσφαιρα και καλή ερμηνεία του βασικού πρωταγωνιστή, ενώ στο φινάλε έχουμε άλλο ένα γλυκανάλατο τραγουδάκι από τους ίδιους συντελεστές με εκείνο των τίτλων έναρξης να συμπληρώνει την προβολή.
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για μια γενικά ασήμαντη παραγωγή χωρίς κάτι χτυπητά κακό αλλά και με ελάχιστα στοιχεία που να είναι πραγματικά άξια αναφοράς και για τον γράφοντα είναι απορίας άξιο το πώς γνωστή Αμερικάνικη εταιρία επέλεξε να την κυκλοφορήσει σε αποκατεστημένη HD έκδοση σε Blu Ray. Κρίνοντας από τη συνολική της ποιότητα, η μέχρι πρόσφατα ευρέως διαθέσιμη public domain έκδοση ποιότητας VHS μάλλον ήταν μια πιο δίκαιη μοίρα για το ελαφρά ψυχαγωγικό αλλά άχρωμο και άοσμο THE HOUSE OF THE DEAD.
DVD Notes:
Δεν υπάρχουν κυκλοφορίες στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R0 Αμερική (Vinegar Syndrome) - DVD & Blu Ray combo R0 Αμερική (Mill Creek) - Chilling Classics 50 movie pack R1 Αμερική (Mill Creek) - Drive In Cult Cinema Collection
Blu Ray Αμερικής (Vinegar Syndrome) - Blu Ray & DVD combo - Region Free
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές. Καλύτερη από κάθε άποψη είναι η έκδοση της Vinegar Syndrome. Οι εκδόσεις της Mill Creek είναι Public Domain με ποιότητα εικόνας VHS. Πιθανό να κυκλοφορεί και σε άλλες budget εκδόσεις παρόμοιας ποιότητας.